cymbal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cymbal | cymbals |
Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cymbal (en)
- (μουσικό όργανο) το πιατίνι στην ντραμς
ενικός | πληθυντικός |
cymbal | cymbals |
cymbal (en)