défloration
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
défloration | déflorations |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
défloration (fr) θηλυκό
- η διακόρευση, η παρθενοφθορία
ενικός | πληθυντικός |
défloration | déflorations |
défloration (fr) θηλυκό