délicatesse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

délicatesse < → δείτε τις λέξεις délicat και -esse

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /de.li.ka.tɛs/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
délicatesse délicatesses

délicatesse (fr) θηλυκό

  1. η λεπτότητα, το τακτ
  2. (γαστρονομία) η νοστιμάδα