distillat
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
distillat | distillats |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
distillat (fr) αρσενικό
- το απόσταγμα
ενικός | πληθυντικός |
distillat | distillats |
distillat (fr) αρσενικό