door to door
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
door to door (en)
- (ιδιωματισμός) πόρτα σε πόρτα
- ↪ He was selling them door to door.
- Τα πουλούσε από πόρτα σε πόρτα.
- ↪ He was selling them door to door.