empaquetage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
empaquetage | empaquetages |
empaquetage (fr) αρσενικό
- το πακετάρισμα
ενικός | πληθυντικός |
empaquetage | empaquetages |
empaquetage (fr) αρσενικό