entérocoque
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
entérocoque | entérocoques |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
entérocoque (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
entérocoque | entérocoques |
entérocoque (fr) αρσενικό