exotérique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛɡ.zɔ.te.ʁik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
exotérique | exotériques |
exotérique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
exotérique | exotériques |
exotérique (fr) αρσενικό ή θηλυκό