faire-part
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
faire-part | faire-part |
faire-part (fr) αρσενικό
Δείτε επίσης : faire part |
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
faire-part | faire-part |
faire-part (fr) αρσενικό