favoured
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | favoured |
συγκριτικός | more favoured |
υπερθετικός | most favoured |
favoured (en)
- (ΗΒ) αγαπημένος
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
favoured (en)