flemme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)=[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
flemme flemmes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

flemme (fr) θηλυκό