folding
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
folding | foldings |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
folding (en)
- η δίπλωση
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
folding (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του fold