guerrière

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
guerrière guerrières

guerrière (fr)

  1. θηλυκό του guerrier, η πολεμίστρα

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
guerrière guerrières

guerrière (fr)

  1. θηλυκό του guerrier