head of household
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
head of household | heads of household |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
head of household (en)
- ο οικοδεσπότης, ο νοικοκύρης του σπιτιού