hilarité

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.la.ʁi.te/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
hilarité hilarités

hilarité (fr) θηλυκό