hypnopompic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- hypnopompic < hypno- (< αρχαία ελληνικά ὑπνο-, ὕπνος) + pomp- (< αρχαία ελληνικά πομπ- όπως πομπή} < πέμπω διώχνω) + -ic. Ο όρος (1897), του Frederic W. H. Myers (1843‑1901)[1]
Επίθετο[επεξεργασία]
hypnopompic (en)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ hypnopompic - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)