hypocaust
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- hypocaust < λατινική hypocaustum < αρχαία ελληνική ὑπόκαυστος < ὑπό + καίω
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈhʌɪ.pə(ʊ).kɔːst/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
hypocaust (en)