incubateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛ̃.ky.ba.tœʁ/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
incubateur | incubateurs |
incubateur (fr) αρσενικό
- το εκκολαπτήριο