inexpiable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
inexpiable | inexpiables |
Επίθετο[επεξεργασία]
inexpiable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
inexpiable | inexpiables |
inexpiable (fr) αρσενικό ή θηλυκό