intercepteur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
intercepteur | intercepteurs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
intercepteur (fr) αρσενικό
- αναχαιτικός (λέγεται για τα μαχητικά αεροπλάνα)