inutilisable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.ny.ti.li.zabl/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
inutilisable | inutilisables |
inutilisable (fr) αρσενικό ή θηλυκό