ironing
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
- το σιδέρωμα
- ↪ a device for ironing clothes - συσκευή για το σιδέρωμα των ρούχων
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
ironing (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του iron