jeep
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jeep (en)
- το τζιπ
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- jeep < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
jeep | jeeps |
jeep (fr) θηλυκό
- το τζιπ