kotizi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
kotizi < kotiz- + -i
ρήμα kotizi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας kotizas kotizanta kotizata
αόριστος kotizis kotizinta kotizita
μέλλοντας kotizos kotizonta kotizota
υποθετική kotizus - -
προστακτική kotizu - -

kotizi (eo)