lore

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

lore (en)

  • η γνώση, όλα τα γεγονότα και οι παραδόσεις που έχουν συσσωρευτεί μέσα στο χρόνο
Over many a quaint and curious volume of forgotten lore (Edgar Allan Poe, The Raven)

Βασκικά (eu)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

lore (eu)