métacentrique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
métacentrique | métacentriques |
Επίθετο[επεξεργασία]
métacentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
métacentrique | métacentriques |
métacentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό