métalangagier
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | métalangagier | métalangagiers |
θηλυκό | métalangagière | métalangagières |
Επίθετο
[επεξεργασία]métalangagier (fr) αρσενικό