mammouth
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mammouth | mammouths |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mammouth (fr) αρσενικό
- το μαμούθ
ενικός | πληθυντικός |
mammouth | mammouths |
mammouth (fr) αρσενικό