marché noir
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
marché noir | marchés noirs |
marché noir (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
marché noir | marchés noirs |
marché noir (fr) αρσενικό