meet

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας meet
γ΄ ενικό ενεστώτα meets
αόριστος met
παθητική μετοχή met
ενεργητική μετοχή meeting
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

Ρήμα[επεξεργασία]

meet (en)

  1. (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, είμαι στο ίδιο μέρος με κάποιον τυχαία και μιλάω μαζί του
    We met by chance in Rome./We happened to meet in Rome.
    Συναντηθήκαμε τυχαία στη Ρώμη.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη run across
  2. (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, συνεδριάζω, συνέρχομαι, μαζεύομαι επίσημα για να συζητήσουμε κάτι
    Today the representatives of the workers are meeting with the minister.
    Σήμερα οι εκπρόσωποι των εργαζομένων συναντώνται με τον υπουργό.
    The committee meets every Monday.
    Η επιτροπή συνεδριάζει κάθε Δευτέρα.
    Parliament was still meeting at midnight.
    Η Βουλή ακόμα συνεδρίαζε τα μεσάνυχτα.
    The committee met yesterday and…
    Η επιτροπή συνήλθε χτες και…
    When Parliament met
    Όταν συνήλθε η Βουλή…
  3. (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, συνέρχομαι κοινωνικά αφού το έχω κανονίσει
    We must meet some evening.
    Πρέπει να συναντηθούμε κάνα βραδάκι.
    All the old classmates met with one another.
    Συναντηθήκαμε όλοι οι παλιοί συμμαθητές.
  4. (μεταβατικό) συναντώ, πάω σε ένα μέρος και περιμένω εκεί να φτάσει ένα συγκεκριμένο άτομο ή πράγμα
    I will meet you at the pub.
    Θα σας συναντήσω στην ταβέρνα.
  5. (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, βλέπω και γνωρίζω κάποιον για πρώτη φορά, συστήθηκα σε κάποιον
    I met George for the first time at Maria’s house.
    Tο Γιώργο τον συνάντησα για πρώτη φορά στο σπίτι της Mαρίας.
    I have not met a more honest man than John.
    Δεν έχω συναντήσει εντιμότερο άνθρωπο από το Γιάννη.
  6. (μεταβατικό) επαρκώ, αντιμετωπίζω, κάνω ή ικανοποιώ αυτό που χρειάζεται ή αυτό που ζητά κάποιος
    I am meeting my obligations.
    Επαρκώ στις υποχρεώσεις μου.
    ※  Many data structure needs can be met with the built-in list type. (Python tutorial) [1]
    «Πολλές ανάγκες δομής δεδομένων μπορούν να αντιμετωπιστούν με τον ενσωματωμένο τύπο λίστας.»
  7. (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) συναντώ, για αγώνα μεταξύ δύο ομάδων
    The Greek football team will meet the German soccer team tomorrow in a friendly match.
    H ελληνική ποδοσφαιρική ομάδα θα συναντηθεί αύριο με τη γερμανική ομάδα σε φιλικό αγώνα.
  8. (μεταβατικό) συναντώ, αντιμετωπίζω, βιώνω κάτι, συχνά κάτι δυσάρεστο
    If you meet any difficulties…
    Αν συναντήσεις δυσκολίες…
  9. (μεταβατικό και αμετάβατο) συναντιέμαι, ενώνομαι, αγγίζω κάτι, συνδέω κάτι
    The two rivers meet outside Lyons.
    Οι δυο ποταμοί συναντώνται έξω από τη Λυών.

Συγγενικά[επεξεργασία]

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]