moyenâgeux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- moyenâgeux < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | moyenâgeux | moyenâgeux |
θηλυκό | moyenâgeuse | moyenâgeuses |
moyenâgeux (fr)