noix de coco
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
noix de coco | noix de coco |
noix de coco (fr) θηλυκό
- (φρούτο) η καρύδα του κοκοφοίνικα