notwithstanding
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
notwithstanding (en)
- μη λαμβάνοντας υπόψιν
- παρά, παρά το ότι, παρ' όλ' αυτά
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη nevertheless
Σύνδεσμος[επεξεργασία]
notwithstanding (en)
- παρ' όλα αυτά, ωστόσο, εντούτοις, παρά το ότι, παρά το γεγονός ότι