paleoartist

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
paleoartist paleoartists

Ετυμολογία [επεξεργασία]

paleoartist < paleo- + artist

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

paleoartist (en)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • paleoart - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)