pare-soleil

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

pare-soleil < parer + soleil

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /?/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
pare-soleil pare-soleil

pare-soleil (fr) αρσενικό

  • εξάρτημα (αυτοκινήτου, κτηρίου, κλπ) που προστατεύει από τις ακτίνες του ήλιου