pillowcase
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
pillowcase | pillowcases |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]pillowcase (en)
ενικός | πληθυντικός |
pillowcase | pillowcases |
pillowcase (en)