préservation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
préservation | préservations |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
préservation (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : preservation |
ενικός | πληθυντικός |
préservation | préservations |
préservation (fr) θηλυκό