pylône

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
pylône pylônes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

pylône (fr) αρσενικό