référence
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /re.fe.ʁɑ̃s/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
référence | références |
référence (fr) θηλυκό
- η αναφορά