ruinure
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
ruinure | ruinures |
ruinure (fr) θηλυκό
- η εντομή
ενικός | πληθυντικός |
ruinure | ruinures |
ruinure (fr) θηλυκό