se déculotter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- se déculotter < → δείτε τις λέξεις se και déculotter
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sə de.ky.lɔ.te/
Ρήμα[επεξεργασία]
se déculotter (fr)
- βγάζω την κιλότα μου, το παντελόνι μου
- (μεταφορικά) ταπεινώνομαι, εξευτελίζομαι· υποτάσσομαι