sovcidiot
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
sovcidiot | sovcidiots |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- sovcidiot < συμφυρμός των sovcit + idiot
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sovcidiot (en)
Δείτε επίσης : SovCidiot |
ενικός | πληθυντικός |
sovcidiot | sovcidiots |
sovcidiot (en)