suppositoire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
suppositoire suppositoires

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

suppositoire (fr) αρσενικό