taciturne
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- taciturne < λατινική taciturnus
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ta.si.tyʁn/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
taciturne | taciturnes |
taciturne (fr) αρσενικό ή θηλυκό