tendreté

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
tendreté tendretés

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

tendreté (fr) θηλυκό