texture
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
texture | textures |
texture (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : texturé |
ενικός | πληθυντικός |
texture | textures |
texture (fr) θηλυκό