tirant d'eau
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tirant d'eau | tirant d'eaus |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tirant d'eau (fr) αρσενικό
- (ναυτικός όρος) το βύθισμα ενός πλοίου
ενικός | πληθυντικός |
tirant d'eau | tirant d'eaus |
tirant d'eau (fr) αρσενικό