togolais
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | togolais | togolais |
θηλυκό | togolaise | togolaises |
Επίθετο[επεξεργασία]
togolais (fr)
- σχετικός με το Τόγκο
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | togolais | togolais |
θηλυκό | togolaise | togolaises |
togolais (fr)