tumultuaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- tumultuaire < tumulte
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tumultuaire | tumultuaires |
tumultuaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό