végétarien
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- végétarien < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | végétarien | végétariens |
θηλυκό | végétarienne | végétariennes |
végétarien (fr)
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | végétarien | végétariens |
θηλυκό | végétarienne | végétariennes |
végétarien (fr) αρσενικό ή θηλυκό